- σπειρογύρα
- (spirogyra). Φυτό της οικογένειας των Ζυγονηματιδών ή Ζυγνεμιδών (Zygnemaceae). Υπάρχουν 100 είδη σ., πολλά από τα οποία φυτρώνουν και στην Ελλάδα. Η σ. πολλαπλασιάζεται με πυρηνοτομία ή και με παρθενογένεση, με απευθεία φύτρωση κύτταρου που προέρχεται από το μητρικό γαμετόφυτο.
Η σπερογύρα είναι φυτό που πολλαπλασιάζεται με πυρηνοτομία ή με παρθενογένεση.
* * *η, Νβοτ. γένος φυκών που ανήκει στην τάξη ζυγνημώδη τής κλάσης ζυγνημαφύκη τού φύλου χλωρόφυτα και είναι πολύ κοινά στα γλυκά νερά.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. spirogyra (< σπείρα + γύρος)].
Dictionary of Greek. 2013.